Pages

18 Ιουλ 2011

Τόσο παλιά μα και τόσο καινούργια

Σκαλίζοντας στα ερείπια ενός παλιού σκληρού, βρήκα μερικά κείμενα που είχα γράψει για το πολιτικό περιοδικό “Δρόμοι”, που βγάζαμε με άλλους συντρόφους από το '96 μέχρι το 2005.
Ξεχώρισα δύο απ' αυτά γιατί πιστεύω ότι, παρότι γραμμένα στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, συνδέονται - σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό - με την σημερινή συγκυρία. Ε, και λόγω νοσταλγίας, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε;
Το ένα απ' αυτά γράφτηκε το 2004, με αφορμή τις βουλευτικές εκλογές εκείνης της χρονιάς. Δύο πράγματα χαρακτηρίσανε εκείνες τις εκλογές, η επάνοδος της Ν.Δ. στην κυβέρνηση με αρχηγό τον Κωστάκη Καραμανλή και η “ανάδειξη” του GAP στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ε, η συνέχεια είναι γνωστή.
Από το κείμενο έχουν παραληφθεί ελάχιστα αποσπάσματα που αφορούν αποκλειστικά την τότε συγκυρία, χωρίς κανένα ενδιαφέρον σήμερα. Ο τονισμός κάποιων σημείων είναι σημερινός.

Το κείμενο είχε τίτλο “Εκλογές 2004”.

Κατά την προεκλογική περίοδο που διανύσαμε, η λέξη που ίσως ακούστηκε περισσότερο ήταν η λέξη «νέο». Νέα πρόσωπα, νέες απόψεις, νέες δομές και διαδικασίες στην οργάνωση της πολιτικής λειτουργίας.
Δύο μήνες πριν τις εκλογές και λαμβάνοντας υπ' όψιν τις δημοσκοπήσεις που το έφερναν να έπεται με μεγάλη διαφορά από την Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Με μια θεαματική κίνηση ο Κ. Σημίτης αποχώρησε, αφήνοντας στην θέση του τον εκλεκτό των δημοσκοπήσεων – και των Αμερικανών – Γ. Παπανδρέου. Αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας σειράς ραγδαίων εξελίξεων στο ΠΑΣΟΚ αλλά και στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό. Εξελίξεων που μπορεί να μην ανέτρεψαν το αναμενόμενο εκλογικό αποτέλεσμα, δημιούργησαν όμως μια δυναμική – άφησαν υποθήκες θα μπορούσαμε να πούμε – για το κοντινό αλλά και μεσοπρόθεσμο μέλλον.
Επιχείρηση ανανέωσης του αστικού πολιτικού προσωπικού
Θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι η όλη διαδικασία αλλαγής αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε ένα επικοινωνιακό τρικ, με μόνο στόχο να ανακόψει το προβάδισμα της Ν.Δ. ως προς τις εκλογές.
Θεωρούμε ότι επιχειρήθηκε – και επιχειρείται – μια δραματική ανανέωση του αστικού πολιτικού προσωπικού. Μια διαδικασία, μέσω της οποίας επιχειρείται και η ανανέωση της συναίνεσης των κυριαρχούμενων τάξεων προς την αστική διαχείριση, ακόμα και σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας. Η συνεχής συρρίκνωση του λαϊκού εισοδήματος, η καθήλωση της ανεργίας στο 10%, η επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων και η πρωτοφανής αύξηση των ανισοτήτων, η έξαρση της καταστολής και η απογοήτευση των λαϊκών μαζών απέναντι στην «τηλεοπτική δημοκρατία», απαιτούσαν κάτι πολύ περισσότερο από μια εναλλαγή των δύο κυρίαρχων κομμάτων στην κυβέρνηση. Απαιτούσαν μια αλλαγή που θα δημιουργούσε στα λαϊκά στρώματα την αίσθηση ότι συμμετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι, ότι συμμετέχουν στην άσκηση της εξουσίας.
Μιλάμε για μια διαδικασία που δεν άρχισε τώρα. Εδώ και δύο περίπου χρόνια παρακολουθούμε έναν βομβαρδισμό της κοινής γνώμης από τα ΜΜΕ. Η συνεχής αναφορά στο όνομα του Γιωργάκη Παπανδρέου και η υπονόμευση του Κ. Σημίτη. Οι ακραίες – τότε - απόψεις του άλλου εκλεκτού των Αμερικανών, του Μ. Χρυσοχοϊδη, περί αλλαγής ονόματος και συμβόλων στο ΠΑΣΟΚ και η ανάδειξή του στην συνέχεια σε γραμματέα του κόμματος, μετά την αποπομπή του Κ. Λαλιώτη. Και τέλος, η επί πολλούς μήνες «πρόβλεψη» της αρχηγοποίησης του Γ. Παπανδρέου, μια πρόβλεψη που σταδιακά απέκτησε την δυναμική της αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Δημιουργήθηκε έτσι η αίσθηση ότι η ανάδειξη Παπανδρέου ήρθε σαν εκπλήρωση μιας μαζικής λαϊκής απαίτησης. Είχαμε εδώ μια διαδικασία δημιουργίας πολιτικής δυναμικής και επιβολής προσωπικοτήτων μέσω των ΜΜΕ, [...].
Για να επανέλθουμε στο παρόν, η ανάδειξη Παπανδρέου αποτελεί, όπως προαναφέραμε, μόνο την αρχή μιας διαδικασίας ανατροπής στην μορφή των πολιτικών κομμάτων, όπως τα γνωρίσαμε από την μεταπολίτευση και μετά. Ας αναφέρουμε μερικά χαρακτηριστικά, που κατά την γνώμη μας αποτελούν την ποιοτική διαφορά με τις μέχρι τώρα αλλαγές αρχηγών στα δύο μεγάλα κόμματα:
[...]Η πρωτοφανής διαδικασία ενός συνεδρίου όπου κανένας από τις 4.500 συνέδρους δεν είχε δικαίωμα λόγου αλλά και η κατάργηση της έννοιας του κομματικού μέλους, με την εισβολή της αυθαίρετης έννοιας του φίλου, κάθε άλλο παρά ενισχύει την «συμμετοχική δημοκρατία». Καταλύοντας τις κομματικές βαθμίδες, οργανώσεις και όργανα, καταλύεται και κάθε σχέση κοινωνικής εκπροσώπησης, όπως αυτή είχε παγιοποιηθεί μέσα στο ΠΑΣΟΚ τα τελευταία 30 χρόνια. Απομακρύνοντας έτσι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, τον κοινωνικό παράγοντα από την δυνατότητα επηρεασμού των εσωκομματικών εξελίξεων και απελευθερώνοντας συνακόλουθα τα πόδια του νέου αρχηγού – και των συμφερόντων που εκπροσωπεί – από τα όποια κομματικά και κοινωνικά βαρίδια.

Η κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών
Κοινό μοτίβο στον προεκλογικό λόγο των δύο κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων, η κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών. Αν βέβαια το δούμε στο επίπεδο της πολιτικής διαχείρισης, οι διαχωριστικές γραμμές έχουν καταργηθεί εδώ και πολλά χρόνια. Κανένας δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική διαχείριση του ΠΑΣΟΚ είναι πιο αριστερή από μια αντίστοιχη, προτεινόμενη από την Ν.Δ. Αυτή όμως η εμμονή στην «κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών» κάθε άλλο παρά αθώα ή ουδέτερη είναι. Μας το επισημαίνει και ο μακαρίτης Νομπέρτο Μπόμπιοi, ο οποίος τόνιζε ότι «αν κάποιος σου υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν πια διαφορές μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, να σκέφτεσαι ότι είναι κρυφοδεξιός». Διότι αυτό που προσπαθεί να επιβάλει είναι η αποϊδεολογικοποίηση της πολιτικής, η «μοντερνοποίηση» ή ο εξαμερικανισμός της. Η κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών σημαίνει με απλά λόγια, ότι οι στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, ο νεοφιλελευθερισμός, η επιθετικότητα του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, η αποθέωση του καπιταλιστικού κέρδους και το χτύπημα της εργασίας, δεν είναι απλά μια πολιτική διαχείριση με ταξικό πρόσημο, αλλά μια νομοτέλεια, ο μόνος δρόμος που μπορεί να υπάρξει. Κι ότι, αν ακόμα δεν είναι έτσι τα πράγματα, εμείς έτσι πρέπει να τα δεχθούμε.
[...]Όπως γράψαμε και παραπάνω, με όλη αυτή τη διαδικασία αλλαγής ηγεσίας και αμφίπλευρων προσχωρήσεων, επιχειρήθηκε μια βαθιά ανατροπή μέσα στο ΠΑΣΟΚ και μέσα στην κοινωνία. Αυτό είναι που έρχονται να σηματοδοτήσουν οι προσχωρήσεις αυτών των – φαινομενικά – τόσο διαφορετικών πολιτικών στελεχών [αναφέρεται στις - τότε - προσχωρήσεις Μάνου, Ανδριανόπουλου, Ανδρουλάκη και Δαμανάκη στο ΠΑΣΟΚ]. Την αποϊδεολογικοποίηση, την ανατροπή καθετί του αυτονόητου, την αποδοχή του αδιανόητου, την επιβολή μιας θολής ιδεολογίας. Στην πραγματικότητα όμως, με – κοινό – σκληρό ιδεολογικό πυρήνα την αποθέωση της αγοράς και των πιο επιθετικών επιλογών του κεφαλαίου, το life style, την απέχθεια προς οτιδήποτε το κοινωνικό, τη λαγνεία απέναντι στις ΗΠΑ, την πολιτική και την ιδεολογία τους. Ένα εγχείρημα που ίσως υπολογίζουν να δοκιμαστεί σε ένα χρόνο, αν διεξαχθούν εκλογές με αφορμή την διαδικασία ανάδειξης προέδρου δημοκρατίας. Με πραγματικό όμως στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή κατά την νέα δεκαετία.
Η επόμενη μέρα
[...]Άλλωστε έχει γίνει σχεδόν απ’ όλους (έστω και ασυνείδητα) κατανοητό, ότι ελάχιστα μπορεί να διαφοροποιηθούν οι προτάσεις διαχείρισης των δύο κομμάτων, όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική πολιτική, την συμπόρευση με τα συμφέροντα του Αμερικάνικου και Ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, την ένταση και διεύρυνση της καταστολής. Και για όσους είχαν την παραμικρή αμφιβολία, χρειάστηκε ο πολιτικός κυνισμός ενός Κ. Μητσοτάκη για να πει τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Σε μια περίοδο που τα δύο κόμματα συναγωνίζονταν σε προεκλογικές παροχολογίες, εκείνος υπενθύμιζε ότι όποιο κόμμα και να νικούσε στις εκλογές, όχι μόνο δεν θα προχωρούσε σε παροχές αλλά θα ήταν υποχρεωμένο να ασκήσει περιοριστική πολιτική, με άλλα λόγια ακόμα πιο σκληρή λιτότητα.
Αυτό νομίζουμε ότι περιγράφει την νέα πολιτική περίοδο, μετά τις εκλογές της 7ης Μαρτίου. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρουμε τα μέτωπα που ανοίγονται:
Οι Ολυμπιακοί αγώνες και η υπερχρέωση από τα ολυμπιακά και άλλα μεγάλα έργα, όπως επίσης και από τις εξοπλιστικές δαπάνες.
Η απ’ όλους αναμενόμενη επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης μετά το 2004, τόσο λόγω της υπερχρέωσης που αναφέραμε, όσο και λόγω της σταδιακής αποπεράτωσης των έργων αυτών, που αποτέλεσαν την ατμομηχανή της ανάπτυξης από το ’96 μέχρι σήμερα. Η επιβράδυνση αυτή του ρυθμού ανάπτυξης αναμένεται να προκαλέσει επιδείνωση των οικονομικών δεικτών αλλά και εκρηκτική αύξηση της ανεργίας.
Η περαιτέρω αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας και αποδόμηση του ασφαλιστικού και του εκπαιδευτικού συστήματος. Έντονες είναι οι πιέσεις προς αυτή την κατεύθυνση από τα όργανα της ΕΕ, τόσο προς την Ελλάδα όσο και προς τις άλλες χώρες μέλη της ένωσης. Στόχος, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ευρωπαϊκών κεφαλαίων σε σχέση με τα κεφάλαια των ΗΠΑ και των χωρών της Άπω Ανατολής.
Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων οι δυνάμεις της εργασίας και τα λαϊκά στρώματα αναμένεται να υποστούν μια νέα επίθεση ενάντια στο εισόδημα, τα εργασιακά και κοινωνικά τους δικαιώματα. Μια επίθεση, που για να επιτύχει θα συνοδεύεται από επίθεση τόσο των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους (προβολή νέων εθνικών οραμάτων, απαξίωση κάθε φωνής ή πράξης αντίστασης), όσο και των μηχανισμών καταστολής. 
Η χαμηλή αποδοχή των ολυμπιακών οραμάτων στην κοινή γνώμη και η συνταύτιση με την αντιτρομοκρατική υστερία που μετά τις 11 Μαρτίου [αναφέρεται στην πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στην Μαδρίτη] εξαπλώνεται και στην Ευρώπη, πιστεύουμε ότι θα κάνουν αυτή την (ιδεολογική και κατασταλτική) επίθεση ιδιαίτερα απροκάλυπτη και εκρηκτική.
Το εκλογικό 88% των δύο κυρίαρχων κομμάτων και ο πολιτικός μετασχηματισμός του ΠΑΣΟΚ (πράγμα που καθιστά, εκτός απροόπτου, την επανάληψη του κλίματος ’90 – ’93 μάλλον απίθανη) καθιστούν αυτή την προοπτική ιδιαίτερα απειλητική. Και ταυτόχρονα αποτελούν και το στοίχημα για την Αριστερά. Τόσο για τα δύο κόμματα της κοινοβουλευτικής Αριστεράς όσο και για τις δυνάμεις και τους αγωνιστές της εκτός των τειχών τοιαύτης. Ένα στοίχημα, που σ’ αυτή την φάση το αν θα κερδηθεί ή θα χαθεί αποτελεί ίσως και όρο ύπαρξης γι’ αυτήν.

 
iΙταλός μαρξιστής φιλόσοφος (18 Οκτωβρίου 1909 - 9 Ιανουαρίου 2004)
 

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου